Κάποιοι σύνδεσμοι σε πηγές τεκμηρίωσης που παρατίθενται στα κείμενα ενδέχεται να μην είναι ενεργοί. Κάποιες από τις πηγές μπορούν να ανακτηθούν συμπληρώνοντας το URL του συνδέσμου (δεξί κλικ στο σύνδεσμο) στο Wayback Machine (http://archive.org/index.php)
Για μεγέθυνση ή σμίκρυνση κειμένων πατήστε το Ctlr (κάτω αριστερά του πληκτρολογίου) και μετακινείστε μπρος ή πίσω τον τροχό του ποντικιού

30.5.12

Κ. Βάρναλη: "Η αληθινή απολογία του Σωκράτη" - Διακωμώδηση της σύγχρονης Ελλάδας με πρόσχημα τη δίκη του Σωκράτη

To κείμενο σε pdf Εδώ


ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ-Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ

H πολιτισμική νίκη του φασισμού (2) - Περί αυτοϋπονομευόμενων επιθυμιών και εχθρότητας κατά των μεταναστών

                                      φίλες κε φίλοι, καλημέρα
Εδώ και πολλά χρόνια προσπαθώ αφενός να κατανοήσω τις δυνατότητες της εποχής μας και αφετέρου να εντοπίσω τις επιθυμίες των Υποτελών, Παραγωγών και μη. 
Με ενδιαφέρει όμως και κάτι άλλο κι αυτό το ενδιαφέρον γίνεται επίκαιρο λόγω της σχέσης που έχει με τον φασισμό/ναζισμό: ποια είναι η στάση των Υποτελών όχι μόνο απέναντι στις δυνατότητες της εποχής αλλά και απέναντι στις ίδιες τους τις επιθυμίες;
Οι επιθυμίες των Υποτελών δεν είναι αποκύημα της φαντασίας μου: επιχειρώ να τις εντοπίσω στις πρακτικές των Υποτελών. Δεν δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε γιατί  κάποιος προτιμάει να ανοίξει ψιλικατζίδικο, γιατί σπουδάζει να γίνει γιατρός ή καθηγητής, γιατί προτιμάει να γίνει κρατικός ή δημόσιος υπάλληλος, γιατί εργάζεται ως μπάρμαν ή μπάργούμαν, γιατί θέλει να γίνει ηθοποιός ή τραγουδίστρια  αντί να δουλέψει στην οικοδομή, στο εργοστάσιο ή να γίνει καθαρίστρια. 
Η επιθυμία να αποφύγει τη χειρωνακτική εργασία νομίζω είναι σαφής, όπως σαφής είναι και η επιθυμία να μην είναι μισθωτός της εκτέλεσης, να δέχεται δηλαδή διαταγές κατά τη διάρκεια της δουλείάς.
Θα παραθέσω άλλα τρία παραδείγματα πρακτικών που καταγράφουν τις επιθυμίες των Υποτελών. Ο εργάτης ή ο άνεργος που ξημεροβραδιάζει στο προπατζίδικο επιθυμεί να κερδίσει ένα μεγάλο ποσό και για να μην εργαστεί ξανά.  Αυτός που έχει αυτοκίνητο επιθυμεί μια ανεξαρτησία, μια αυτονομία  στη μετακίνηση. 
Πριν από πολλά χρόνια έγινε μια πανευρωπαϊκή έρευνα με το εξής ερώτημα: θα θέλατε να μειωθεί ο χρόνος εργασίας ή να αυξηθεί ο μισθός; Το 75% των Δανών απάντησαν πως θέλουν τη μείωση του χρόνου εργασίας, στη Γερμανία το 65%, σε όλες τις χώρες πάνω από 50%  – στην Ελλάδα το 35%. 
Μια άλλλη έρευνα: εάν βρίσκατε το πρωί κάτω  από το μαξιλάρι το μισθό σας, θα πηγαίνατε στη δουλειά; Το 55% είπαν ότι δεν θα πήγαιναν, το 45% όμως θα πήγαινε – διότι δεν έχει τι να κάνει.
Ποιά είναι όμως η στάση των Υποτελών απέναντι στις δυνατότητες της εποχής μας και στις ίδιες τους τις επιθυμίες;
Πριν απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα ας δούμε κάτι άλλο. Ο τρόπος με τον οποίο επιχειρούν να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους έχει ως αποτέλεσμα τη χειροτέρευση της κατάστασής τους. 
Με άλλα λόγια, είναι καλύτερα να είσαι οικοδόμος, να μην έχεις αυτοκίνητο και να μην παίζεις ΚΙΝΟ και Τζόκερ! Ο αυταπασχολούμενος δεν θέλει να τον διατάζουν αλλά είναι ο ίδιος αφεντικό και υπάλληλος, Κύριος και Υποτελής – είναι δηλαδή πολίτης. (Όταν ακούω τη φράση κοινωνία των πολιτών μου έρχεται να ξεράσω). 
Είναι έγκλειστος σε ένα στενό χώρο και η ελευθερία του τελειώνει μόλις ανοίξει το συρτάρι και εκεί μέσα βρει αντί για εβρά τ΄αρχίδια του. 
Ο κάτοχος του αυτοκινήτου αντί  για αυτονομία και ανεξαρτησία θα εξασφαλίσει ταλαιπωρία και σκλαβιά (τρεις μήνες το χρόνο δουλειά για να συντηρεί και να κινεί το αυτοκίνητο), ενώ ο εργάτης ΚΙΝΟμανής θα πάει για μαλλί και θα φύγει κουρεμένος: πήγε να κλέψει αλλά το μόνο βέβαιο είναι ότι θα τον κλέψουν.
Ενώ λοιπόν οι Υποτελείς έχουν επιθυμίες, ας τις χαρακτηρίσουμε (δυνάμει) απελευθερωτικές, ο τρόπος όμως με τον οποίο επιχειρούν να τις πραγματοποιήσουν στρέφεται κατά των ίδιων των επιθυμιών τους, των συμφερόντων τους. Αντί να εκπληρώσουν τις επιθυμίες τους προσθέτουν κι άλλα δεινά. Και παρόλο που φτάνουν, αναπόφευκτα, σε αδιέξοδο, συνεχίζουν το ίδιο βιολί.
Ας κάνω τώρα μια άλλη παρέκβαση. Ένας ‘ψιλικατζής’ (ο χαρακτηρισμός παραπέμπει και περιλαμβάνει πολλά και ετερόκλιτα κοινωνικά στρώματα) θεωρεί ότι τα δεινά, η κοινωνική δυστυχία,  τα οποία υφίσταται οφείλεται στην ύπαρξη των ξένων εργατών
Λογικά σκεπτόμενοι, και εμείς και ο φίλος μας ‘ψιλικατζής’, η άρση της κοινωνικής δυστυχίας και των δεινών, η επίλυση των προβλημάτων που αντιμετωπίζει λόγω της κρίσης (της λιτότητας, της επίθεσης του Κυρίου) είναι εφικτή μόνο με την εκδίωξη ή και εξόντωση των ξένων εργατών,’νόμιμων’ και ‘παράνομων’. Πιστεύει δηλαδή ότι εάν φύγουν οι ξένοι, το ψιλικατζίδικο θα γεμίσει πελάτες και το συρτάρι δεν θα χωράει τα εβρά;
Ας υποθέσουμε ότι το πιστεύει. Εμείς γνωρίζουμε ότι εάν φύγουν οι ξένοι, οι πελάτες του θα είναι πολύ λιγότεροι – σε περιοχές μάλιστα που οι πελάτες του είναι πάνω από το 50% ξένοι! Όταν θα φύγουν οι ξένοι, θα καταλάβει τη μαλακία του; Ή μήπως την υποκαταστήσει με κάτι άλλο; Εάν φύγουν οι ξένοι, ο άνεργος θα βρει δουλειά; Θα πάει να δουλέψει στο γιαπί ή θα πάει να μαζέψει ντομάτες με 45 βαθμούς κατακαλόκαιρο ή πορτοκάλια Ιανουάριο, μες τη βροχή και το κρύο, και να κοιμάται σε κοτέτσια;
Ο τρόπος με τον οποίο επιχειρεί να εκπληρώσει τις επιθυμίες του τού προσθέτει κι άλλα δεινά στα ήδη υπάρχοντα. Ο τρόπος με τον οποίο επιχειρεί να αντιμετωπίσει αυτά τα δεινά του προσθέτει επίσης νέα δεινά. Και πάλι στρέφεται κατά των συμφερόντων του. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτή των συμπεριφορά παράλογη και ανορθολογική;
Εάν θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε παράλογη και ανορθολογική, τότε η συμπεριφορά αυτή μεγάλου τμήματος των Υποτελών εμφανίζεται ως ένα γεγονός αδιαμφισβήτητο – δυσάρεστο μεν αλλά αδιαμφισβήτητο. 
Κι αν στρέψουμε το βλέμμα μας στο παρελθόν θα διαπιστώσουμε και θα κρίνουμε ότι η μαζική υποστήριξη ιμπεριαλιστικών πολέμων, η μαζική ύποστήριξη του φασισμού/ναζισμού ήταν κι αυτά εκδηλώσεις παράλογης συμπεριφοράς. Εκ των υστέρων, μετά τη σφαγή των πολέμων, οι συμμετέχοντες είπαν, τι βλακεία κάναμε. Πολλοί το κατανόησαν κατά τη διάρκεια και πολέμου και λιποτάκτησαν – πολλοί από αυτούς εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες προς εκφοβισμό και παραδειγματισμό. Όταν θα φύγουν οι ξένοι, ο ψιλικατζής μας θα καταλάβει.
Αλλά, φίλες και φίλοι, ο ‘ψιλικατζής’ μας, δηλαδή, ένα μεγάλο τμήμα των Υποτελών, παραγωγών και μη,  δεν θέλει να φύγουν οι ξένοι, άλλο θέλει: θέλει να είναι δούλοι και να ξεσπάει πάνω  τους όποτε η κοινωνική δυστυχία του χτυπάει κόκκινο για να ξαλαφρώσει. Και επειδή δεν ξαλαφρώνει με αυτόν τον τρόπο, μια ζωή θα ξεσπάει πάνω τους. Κι όσο θα ξεσπάει, τόσο πιο πολύ θα θέλει να ξεσπάει πάνω τους. Κι αν φύγουν, θα βρει άλλους να ξεσπάσει.
Γιατί όμως ο ψιλικατζής μας θεωρεί ότι οι ξένοι είναι αυτοί που προκαλούν την κοινωνική δυστυχία του;
Φίλες και φίλοι, δεν θα δυσκολευτεί να φτάσει σε αυτό το μεγαλοφυές συμπέρασμα. Να γιατί. Έχει μάθει να ξεσπάει αντί να κατανοεί την πραγματικότητα. Δεν θέλει και δεν μπορεί να κατανοήσει ότι ο έλληνας βιομήχανος και ο έλληνας μεγαλέμπορος εισαγωγέας και η ελληνικότατη κυβέρνηση είναι αυτοί που επιδιώκουν να του κλείσουν το μαγαζάκι – οι πελάτες του δεν θα ψωνίζουν πια από αυτόν αλλά από μεγάλα εμπορικά καταστήματα. Αν οι ξένοι είναι κακοί, οι Έλληνες θα είναι καλοί! Δε μπορεί οι Έλληνες να θέλουν να μου κάνουν κακό! Το συμφέρον του έλληνα μεγαλέμπορου εισαγωγέα και το δικό μου, έλληνας είμαι κι εγώ, είναι κοινό! Ο Έλληνας ιδιοκτήτης του γειτονικού σούπερμάρκετ ή του γειτονικού Πράκτικερ κι εγώ έχουμε κοινά συμφέροντα διότι είμαστε Έλληνες!
Όλοι οι Έλληνες (η χώρα, η πατρίδα)  έχουν κοινά συμφέροντα. Εκτός από αυτό, είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στο νόμο. Η δημοκρατία εξασφαλίζει ίσες ευκαιρίες σε όλους.  Εντάξει! Είναι μόνο αυτά;
Υπάρχει ένας τεράστιος κατάλογος:
Ο ψιλικατζής μας, και όχι μόνο ασφαλώς,
θα τάσσεται υπέρ της Κυριαρχίας και της ιεραρχίας; Θα θεωρεί ότι κάποιος πρέπει διατάζει και κάποιος να υπακούει; ‘Οτι είναι αδύνατη η μη ιεραρχική συνεργασία;
Θα τάσσεται υπέρ της τάξης και της πειθαρχίας και κατά των κουκουλοφόρων; Θα είναι κατά των διαδηλώσεων;
Θα είναι  ξενοφοβικός; Θα διακατέχεται από φυλετικές προκαταλήψεις; Θα δεχτεί η κόρη του να παντρευτεί έναν Νιγηριανό ή ο γιος του μια Νιγηριανή; Πως θα πηγαίνει το κατάμαυρο εγγονάκι του στη νηπιαγωγείο; Πως θα καμαρώνει τον  εγγονό του, δηλαδή τον πούτσο του γιου του, δηλαδή τον πούτσο τον δικό του;
Θα είναι χριστιανός, αν και δεν θα πηγαίνει στην εκκλησία, γιατί το προηγούμενο βράδυ ήταν στο σκυλάδικο ή στο κωλάδικο για να γαμήσει καμιά δίμετρη σκλάβα από το Καζακστάν;
Θα είναι υπέρ της θανατατικής ποινής;
Θα είναι υπέρ της ηθικής της εργασίας;
Θα είναι σεξουαλικά καταπιεσμένος και στερημένος; Θα περιμένει πότε να κοιμηθεί η γυναίκα του για να καταναλώσει άπληστα διεστραμμένη σεξουαλικότητα, δηλαδή, να δει τσόντα και να τον παίξει;
Θα είναι κατά της σεξουαλικής ελευθερίας των εφήβων;
Και μετά από όλα αυτά, αναρωτιέμαι: Πως θα αντιδράσει αυτός ο άνθρωπος όταν του μιλήσουμε για δυο μήνες εργασία το χρόνο, για εικοσάωρο και μισθό για όλους, για λήψη κομμουνιστικών μέτρων, για γενικευμένη αυτοδιαχείριση και αυτονομία, για διάλυση της αστυνομίας, για την κατάργηση των φυλακών, για κατάργηση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, για  φυλετική εξομοίωση, για εφηβική ελευθερία;
Θα πει:
Αθανάσιε Δρατζίδη, εσύ και οι όμοιοί σου, είστε τρελοί για δέσιμο!
Αυτό θα πει,  φίλες και φίλοι, το γνωρίζετε πολύ καλά. Κι αν δεν το γνωρίζετε εσείς, το γνωρίζω εγώ γιατί το έχουν ακούσει τ’ αυτάκια μου πολλές φορές και θα τ΄ακούσουν κι άλλες.
Δεν πτοούμαι όμως: πέρα από αυτήν την αντίδρασή τους, βλέπω στο βλέμμα τους μια ρωγμή. Είναι οι επιθυμίες τους, που η εκπλήρωση τους χειροτερεύει την ήδη απελπιστική κατάστασή τους.
Αυτό είναι το ένα δράμα μας. Υπάρχει κι άλλο ένα, στενά συνεδεόμενο με το προηγούμενο:
Πώς ο φασισμός/ναζισμός αποκτά μαζική υποστήριξη; Μήπως προϋπόθεση αυτής της μαζικής υποστήριξης είναι η προϋπάρχουσα και διάχυτη παράλογη και ανορθολογική συμπεριφορά ενός μεγάλου τμήματος των Υποτελών, παραγωγών και μη;
Πώς διαμορφώνεται αυτή η παράλογη και ανορθολογική συμπεριφορά;
Πριν τα ξαναπούμε, θα απαντήσω με ένα ερώτημα, το οποίο παραπέμπει σε  ένα ακόμα παράδειγμα παράλογης και ανορθολογικής συμπεριφοράς:
Γιατί μια καταναλώτρια προτιμάει το ΟΜΟ από το ΤIDE;
Το ΤΙDE έκανε την επανάστασή του.
Εσύ;
Μήπως το ΤΙDE αποικίζει το ασυνείδητο της καταναλώτριας – μήπως εκμεταλλεύεται την ασύνειδη επιθυμία της επανάστασης; Κατά τον ίδιο τρόπο, μήπως ο φασιστικός/ναζιστικός λόγος αποικίζει το ασυνείδητο ενός μεγάλου τμήματος των Υποτελών, παραγωγών και μη;


Βλ. και
Πως δημιουργήθηκε και χειραγωγείται ο καταναλωτισμός στην κοινωνία

28.5.12

Tο τραίνο της Σοφίας



«Η σοφία δεν έχει καμία αντιστοιχία με τις γνώσεις ενός ανθρώπου. Στην πραγματικότητα, σοφία είναι όλα εκείνα που μένουν από τις γνώσεις κάποιου, όταν ο ίδιος αποποιείται όλα αυτά που έχει μάθει.

Ξεκινάμε από ένα σταθμό που ονομάζεται άγνοια.
Είναι ο σταθμός, στον οποίο μένουν όλοι εκείνοι που ούτε καν γνωρίζουν ότι δεν γνωρίζουν και, επομένως, δεν έχουν καμία ανάγκη να μάθουν.

Αν κάποιος αποφασίσει να ανέβει στο τρένο, είναι επειδή κάποιος τού έχει απλώσει το χέρι.
Αν ανέβει στο τρένο και ακολουθήσει τον σωστό δρόμο, θα φτάσει στον τόπο των ερευνητών.
Αν το κάνει καλά και δεν χάσει τον δρόμο του, θα φτάσει και στον επόμενο σταθμό. Τον σταθμό των δασκάλων.
Κάποιοι από τους δασκάλους αποφασίζουν να διδάξουν, ενώ ορισμένοι θέλουν να μείνουν μόνοι με τις γνώσεις τους.
Αν ένας δάσκαλος ζήσει πολλά πράγματα για πολλά χρόνια, ίσως καταφέρει να ανέβει ξανά στο τρένο για να φτάσει στον σταθμό της σοφίας, που είναι ο τελευταίος.
Είναι ο τόπος όπου ζουν όλοι αυτοί που ούτε καν γνωρίζουν ότι γνωρίζουν.

Είναι αστείο, αλλά, αν ρωτήσεις έναν πραγματικά σοφό, θα σου απαντήσει «δεν γνωρίζω αν γνωρίζω»,
όπως ακριβώς θα σου απαντούσε ένας αδαής.

Ίσως γι΄ αυτό σε αυτή την κοινωνία που ζούμε θεωρούμε αδαείς κάποιους σοφούς και κάποιους αδαείς τούς θεωρούμε σοφούς.»
                                                                                                             Jorge Bucay

27.5.12

Η πολιτισμική νίκη του φασισμού - Περί αυτοκτονιών και ανόδου της Χρυσής Αυγής


Aπό την Ανωτάτη Σχολή Κακών Τεχνών με τίτλο: 


φίλες κε φίλοι, καλημέρα σας

‘Μόλις πήρε την εξουσία, η ναζιστική κυβέρνηση πρόσφερε στο γερμανικό προλεταριάτο sports και transports’, αθλητισμό και μεταφορές, δηλαδή, αθλητισμό και αυτοκίνητο,  παρατηρεί ο Πολ Βιριλιό στο πιο σημαντικό του βιβλίο (αμετάφραστο στα ελληνικά – γιατί;), Ταχύτητα και Πολιτική (Vitesse et Politique, εκδ. Galilée, 1977, σελ. 33). 
Volkswagen – αυτοκίνητο για το λαό! Wir leben Auto, που λέει σήμερα και η διαφήμιση –ζούμε το αυτοκίνητο! 

Εν τω μεταξύ, κάνα δυο δεκαετίες πριν, στο αμερικάνικο προλεταριάτο είχε αρχίσει να προσφέρει αυτοκίνητο η αυτοκινητοβιομηχανία Ford, η οποία εν ριπή οφθαλμού σταμάτησε την παραγωγή κινητήρων και το έρριξε στην παραγωγή πυροβόλων κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μιας και οι κινητήρες και τα πυροβόλα παράγονται με τις ίδιες εργαλειομηχανές
 – τό ίδιο έκανε και η Σιτροέν στη Γαλλία κι άλλες αυτοκινητοβιομηχανίες σε όλες τις άλλες ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. 
(Έχουμε δείξει ότι ο κινητήρας τελειοποιήθηκε από οπλουργούς και σε χώρες με πολεμική βιομηχανία). 
Μεταξύ αυτών των δύο προσφορών, ο ιταλικός φουτουρισμός (Μαρινέτι) είχε υμνήσει τη μηχανή ως μέσο Καθυπόταξης της φύσης, κατά συνέπεια, και των Υποτελών.

Δεν μας επιτρέπεται να μην αναρωτηθούμε: στο ελληνικό προλεταριάτο ποιος πρόσφερε sports and transports;
Θα έλεγα ότι sports πρόσφερε η δικτατορία των συνταγματαρχών και transports (αυτοκίνητο) η κυβέρνηση του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος. 
Από οικονομικής έποψης, εάν δούμε τον φασισμό/ναζισμό  ως μια στιγμή της καπιταλιστικής επέκτασης, τότε ο φασισμός/ναζισμός δεν έκανε τίποτα άλλο από το να προωθήσει αποφασιστικά την προϋπάρχουσα καπιταλιστική τάση της εμπορευματοποίησης του αθλητισμού και του αυτοκινήτου, της μαζικής (προλεταριακής) ενασχόλησης με τον αθλητισμό και χρήσης του αυτοκινήτου. 

Εάν σήμερα κυριαρχεί ο αθλητισμός και το αυτοκίνητο, το οφείλουμε εν πολλοίς στον φασισμό/ναζισμό/δικτατορία.
Ας ρίξουμε μια ματιά τριγύρω μας κι ας αναρωτηθούμε: τι άλλο οφείλουμε εν πολλοίς στον φασισμό/ναζισμό;
Μήπως τα μαζικά μέσα ενημέρωσης;
Μήπως τις διακοπές και τον τουρισμό;
Μήπως τη λατρεία της φύσης και τον γυμνισμό; Μήπως την υποχρεωτική εκπαίδευση;
Μήπως τα χημικά στα τρόφιμα;
Μήπως τα χημικά στα καλλυντικά;
Τη λατρεία της νεότητας;
Το πρότυπο του γυναικείου και ανδρικού κορμιού;
Μήπως το μιλιτέρ μοντελάκι στον ρουχισμό;

Ο φασισμός/ναζισμός ηττήθηκε πολιτικά, νίκησε όμως πολιτισμικά και ιδεολογικά και άφησε ανεξίτηλα τα αποτυπώματά του, άφησε βαριά κληρονομιά.

Διαχύθηκε στην κοινωνία, με τη μορφή θεσμών, πρακτικών, προϊόντων, αντιλήψεων, χειρονομιών, και διαχύθηκε τόσο πολύ που έγινε αυτονόητος, δηλαδή αόρατος, κατά συνέπεια, ανέγγιχτος, ιερός, άγιος.

Όποιος και όποια στρέφει τα βέλη της κριτικής σκέψης κατά του αθλητισμού και του αυτοκινήτου, για να περιοριστώ σε αυτά, αντιμετωπίζεται με καχυποψία – περιορίζομαι σε αυτόν τον πολύ επιεική χαρακτηρισμό.
Πρωταγωνίστρια της διέγερσης αυτής της καχυποψίας η ιστορική Αριστερά, από τους σταλινικούς μέχρι τους αναρχικούς.

Τι θα σου πει ένας αριστερός; Θα σου πει ότι δεν κάνει να στρέφεσαι κατά του αυτοκινήτου και του αθλητισμού, του (ανδρικού) ποδοσφαίρου ας πούμε, διότι με αυτόν τον τρόπο δεν μπορείς να επηρεάσεις την εργατική τάξη που λατρεύει το αυτοκίνητο και τον αθλητισμό, που πάει με το αυτοκίνητο στην καφετέρια να πιει το φραπέ της με δυο αθλητικές  εφημερίδες υπό μάλης. Αποτέλεσμα: 8% το ΚΚΕ, 7% η Χρυσή Αυγή.

Στις 17 Ιουνίου, η Χρυσή Αυγή θα πατάει γκάζι και το ΚΚΕ θα αναπνέει τη σκόνης της.

Όλα αυτά που έγραψα μέχρι στιγμής, κι αυτά που θα γράψω σε λίγο αφού πρώτα πιω ένα καφεδάκι και καπινίσω ένα τσιγαράκι,  είναι ένας πρόλογος για το τι θα γράψω τις επόμενες μέρες.
Θα γράψω για τον φασισμό/ναζισμό, με αφορμή τη πολύ δικαιολογημένη διάχυτη ανησυχία για την μαζικοποίηση της ακροδεξιάς και του φασισμού/ναζισμού.
Θα επιχειρήσω να δώσω κάποιες απαντήσεις στα ερωτήματα που μας απασχολούν.
Γιατί οι υποτελείς γοητεύονται και στρέφονται στον φασισμό/ναζισμό;
Πως θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο;

1. Γιατί η Αριστερά δεν είδε τη φασιστική κληρονομιά, γιατί δεν είδε τον διάχυτο φασισμό;
Δεν τον είδε ή τον είδε και το βούλωσε;

Το αυτοκίνητο δεν είναι ένα μέσο καταστροφής της κοινοχρησίας και της κοινοκτησίας του δρόμου, δεν είναι ένα μέσο εξόντωσης;
Ασφαλώς δεν είναι επιδιωκόμενη εξόντωση αλλά προκύπτουσα.
Από τη στιγμή όμως που διαιωνίζεται και ενισχύεται συνειδητά και προγραμματισμένα, δεν είναι και επιδιωκόμενη;

Προσφέροντας οι ναζί στο γερμανικό προλεταριάτο volkswagen, δεν πρόσφεραν ένα μέσο καταστροφής και εξόντωσης;  


Δεν πρέπει να λέμε τέτοια πράγματα γιατί θα αποκοπούμε από τις μάζες! – τα ψοφίμια της Αριστεράς το λένε. 

Η μαζικοποίηση του φασισμού είναι λοιπόν αποτέλεσμα της αδιαφορίας μας για τον διάχυτο και πολύμορφο φασισμό/ναζισμό;
Ναι, ασφαλώς όμως δεν είναι η μόνη και η κύρια αιτία! 
Μήπως ήρθε λοιπόν η ώρα να προσεγγίσουμε και να εξετάσουμε το αυτοκίνητο, τον αθλητισμό, το ποδόσφαιρο, το γαμήσι, τα μαζικά μέσα ενημέρωσης, τα καλλυντικά κτλ., κτλ. ως τον φασισμό/ναζισμό του παρόντος;

2. Η μαζικοποίηση του φασισμού/ναζισμού είναι το αποτέλεσμα της αδυναμίας μας, της ανεπάρκειάς μας να ανοίξουμε τις Πύλες του Ονείρου, της Ουτοπίας δηλαδή, είναι αποτέλεσμα της ανεπάρκειας της επαναστατικής Πολιτικής.
Αυτό ισχυρίζονται (κάποιοι) αντιεξουσιαστές, αναρχικοί, οι της αυτονομίας, οι του εναλλακτισμού, οι ουτοπιστές.
Αν θέλετε να διαβάσετε την επιχειρηματολογία τους κάντε τον κόπο να διαβάσετε το κείμενο Οι Πύλες του Ονείρου στην ιστοσελίδα Επανάσταση κ΄ Κουλτούρα.
 Η Ουτοπία θα μας σώσει από την Πανούκλα του φασισμού/ναζισμού, διατείνεται  ο συντάκτης του κειμένου και παραθέτει τη γνώμη του του Ερνστ Μπλοχ:
ηττηθήκαμε από τον εθνικοσοσιαλισμό διότι αφήσαμε ανοιχτές της Πύλες του Ονείρου.
Και παραθέτει την άποψη του Σαούλ Νιούμαν:
Η αντίσταση στις ακροδεξιές δυνάμεις μπορεί να είναι αποτελεσματική μόνο εάν φαίνεται εφικτή μια γνήσια πολιτική εναλλακτική λύση.
Μόνο αυτό;
Υποστηρίζω ότι αυτή η λύση δεν είναι απλά ανεπαρκής, είναι ανεπαρκέστατη. Α-νε-πα-ρκέ-στα-τη!
Να γιατί.

3. Η παραπάνω άποψη δέχεται ότι ο άεργος εργάτης, ο απελισμένος αυταπασχολούμενος, ο απεγνωσμένος μικροαστός στρέφεται στον φασισμό/ναζισμό διότι δεν σκέφτεται υγιώς, αυτό το υγιώς είναι του συντάκτη του άρθρου που σας παρέπεμψα.
Άλλωστε, η σχέση της Πολιτικής με τη Σκέψη είναι δεδομένη. 

Και η σχέση της Πολιτικής με το Παράλογο;  
Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.
Ο Γκέμπελς στο βιβλίο του Kampf um Berlin ισχυρίζεται ότι επειδή
πρώτα νιώθουμε και μετά σκεφτόμαστε 
η προπαγάνδα θα πρέπει να προσανατολίζεται προς τα αυτιά και το μάτι κι όχι  προς τον εγκέφαλο: συνθήματα και εικόνες, όχι προκηρύξεις!

Λοιπόν, ο ψιλικατζής της γειτονιάς μου που βγάζει μόνο τα έξοδα του μαγαζιού του, το οποίο λίγους μήνες πριν συντηρούσε την οικογένειά του, τώρα είναι αγχωμένος και μου λέει, Θανάση, εάν το κλείσω, τι θα κάνω με αυτή την ανεργία;
Τι να του πω; Να πάει να γραφτεί στο ΚΚΕ ή σε κάνα αυτοδιαχειριζόμενο εναλλακτικό στέκι; Τι θα το κάνει αυτό το άγχος του, αυτή την ψυχική ανασφάλεια;
Δεν πρέπει να το βγάλει, να ξεσπάσει;
Η σκέψη τον μάρανε!
Όταν σου έρχεται να χέσεις δεν σκέφτεσαι πως λειτουργεί το πεπτικό σύστημα!

Πρώτα νιώθουμε και μετά σκεφτόμαστε.
Κι όταν αγχωνόμαστε, δεν σκεφτόμαστε.
Κι όταν αγχωνόμαστε, θα ξεσπάσουμε, θα βγάλουμε το άγχος μας τώρα, όσο γίνεται πιο γρήγορα, επείγει!

Μόλις προχτές, μάνα και γιός, άνεργος, αυτοκτόνησαν.
Άλλος αυτοκτονεί κι άλλος πάει στη Χρυση Αυγή!
Γιατί ο ένας  αυτοκτονεί κι ο άλλος θέλει να σκοτώσει λαθρομετανάστες στην Πάτρα ή οπουδήποτε άλλού;
Θα μου πείτε:
εάν υπήρχε ένα δίκτυο αλληλεγγύης της Αριστεράς, κανένας άνεργος ή αυταπασχολούμενος ή μικροαστός δεν θα αγχωνόταν, δεν θα τον άγγιζε η ψυχολογική ανασφάλεια.
Ναι, και η γιαγιά μου εάν είχε αρχίδια, θα ήταν παππούς.

Μιλάμε για ψυχολογική ανασφάλεια των ανέργων εργατών, των αυταπασχολούμενων, των μικροαστών που ονειρεύονται να μεγαλώσουν τη στιγμή που μικραίνουν κι άλλο! Αυτή η ψυχολογική ανασφάλεια είναι η πηγή του πολιτικού Παράλογου: ο ανασφαλής μικροαστός, και όχι μόνο, δεν έχει χρόνο να σκεφτεί και δε μπορεί να σκεφτεί.
Είναι αργά, πολύ αργά.
Θα σκεφτεί βέβαια κάποια στιγμή – μόνο όταν θα φάει τα σκατά του.
Πρώτα θα θυσιάσει και θα θυσιαστεί και μετά θα σκεφτεί – εάν επιβιώσει. 
Και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα σκεφτεί!

4. Τα οποία σκατά είναι δύο ειδών: ο ηρωισμός και ο ποιμενισμός.

Προχτές έγραψα ότι ο κακός μας δαίμονας, η κατάρα μας είναι ο ηρωισμός.
Ο οποίος διαιωνίζεται διαρκώς παραλλασσόμενος:
ο ποιμενικός έγινε πολιτικός, εννοώ την αρχαιοελληνική δημοκρατία,
έγινε χριστιανικός (ο άγιος είναι ήρωας),
έγινε επαναστατικός: ο αναρχικός με τη βόμβα και το περίστροφο, ο αντάρτης των πόλεων,
έγινε σταλινικός – πρώτοι στα μαθήματα, πρώτοι στον αγώνα, πρώτοι στη δουλειά. πρώτοι στις θυσίες.

Ο αυταπασχολούμενος είναι ήρωας, όπως και ο μικροαστός.
Ήρωας θέλει να γίνει και ο εργάτης και τα παιδιά του εργάτη, η κόρη του εργάτη που ντύνεται και βάφεται όπως η Μπάρμπι ή η Δέσποινα Βανδή, γυναίκα ήρωα ποδοσφαιριστή.
Μίμηση του Κυρίου!

Νομίζετε ότι είναι εύκολο να πάψουν οι Υποτελείς να μιμούνται τον Κύριο και να είναι ήρωες.
Και τι παθαίνουν όταν θέλουν να τον μιμηθούν, όταν θέλουν να είναι ήρωες αλλά δεν μπορούν;
Παθαίνουν ψυχολογικό τραλαλά.

5. Θα πρέπει να δούμε τον φασισμό/ναζισμό ως έναν παροξυσμό του ποιμενικού στοιχείου που ενυπάρχει στον καπιταλισμό και τον δυτικό πολιτισμό.

Τι είναι ο ποιμενισμός;
Είναι η επίλυση των προβλημάτων μέσω της εκδίωξης και της  εξόντωσης.
Τι είναι ο ναζισμός;
Η επίλυση των προβλημάτων μέσω της εκδίωξης και της εξόντωσης!
Τι είναι η εκδίωξη;
Συμβολικός φόνος.
Εάν ο συμβολικός φόνος δεν τελεστεί, θα περάσουμε στον πραγματικό φόνο.
Εάν τελεστεί, θα μας ανοίξει η όρεξη του  ασυνειδήτου. Να και η ψυχανάλυση και η κοινωνική ψυχολογία.

Χρωστάμε χάρη και ευγνωμοσύνη στην Αριστερά και στην κριτική σκέψη για την πληθώρα των μελετών σχετικά με τον ποιμενισμό, τον ποιμενικό τρόπο σκέψης, τις επιβιώσεις του στον καπιταλισμό, στην άποψή της ότι ο δουλοκτητικός, φεουδαρχικός και καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι παραλλαγές του ποιμενισμού.
Ότι ο καπιταλιστής, και ο μικροαστός ασφαλώς,  είναι ήρωας ποιμένας, ότι το μόνο φιλοσοφικό σύστημα που εφαρμόστηκε είναι αυτό του Πλάτωνα .

Εάν η βιοπολιτική είναι ποιμενισμός, (πλατωνισμός), η βιοπολιτική δεν είναι και φασισμός/ναζισμός του παρόντος;

Διότι η μέριμνα για τη ζωή είναι και μέριμνα για τον θάνατο – τώρα θα αρχίσουμε να το αντιλαμβανόμαστε.
Τώρα με την εκδίωξη και την εξόντωση των ανέργων εργατών -  αρχής γενομένης των ‘λαθρομεταναστών’.

26.5.12

Ψυχοθεραπεία και Επανάσταση



Μες στα μισά του δρόμου της ζωής μας,
σε δρόμο βρέθηκα σκοτεινιασμένο
γιατί είχα το σωστό δρόμο χαμένο. 
Αχ! και τι δύσκολο να το ιστορήσω
το θρασεμένο κι άγριο εκείνο δάσος,
που φόβο η θύμησή του ξαναφέρνει!
Πικρότερος λιγάκι μόνο ο Χάρος.
Μα για να πω και το καλό που βρήκα, 
.................
(μτφρ. Γιωργής Κότσιρας)

Αυτοί, φίλες και φίλοι, είναι οι πρώτοι στίχοι της Θείας Κωμωδίας του Ντάντε (Δάντης, Dante), οι πρώτοι στίχοι της Κόλασης. 
Στα μισά του δρόμου είναι η ηλικία των 35 ετών, πάνω κάτω, για άνδρες και γυναίκες.
Το σκοτεινιασμένο δάσος είναι η αμαρτωλή ζωή, χριστιανικά μιλώντας.
Ο σωστός δρόμος είναι ο ενάρετος δρόμος, χριστιανικά μιλώντας.
Μιας όμως και δεν είμαστε χριστιανοί,  εγώ τουλάχιστον, το σκοτεινιασμένο δάσος και ο σωστός δρόμος είναι κάτι άλλο – θα δούμε σήμερα τι είναι.
Κατά τα άλλα, τα πράγματα έχουν όπως μας τα λέει ο ποιητής.

Η δεκαετία 25-35 (1984-1994)  ήταν η δυσκολότερη, η οδυνηρότερη περίοδος της ζωής μου – πικρότερος λιγάκι μόνο ο Χάρος.
Τον πλησίασα όταν μόνος στην Αθήνα, κοντά στα μισά του δρόμου, Ιούλιος, άφραγκος, σε μια κρίση πανικού μια έντονη επιθυμία θανάτου με οδήγησε στο μπαλκόνι του πέμπτου ορόφου.
Ο θάνατος με έσπρωχνε να πηδήσω , η ζωή με τραβούσε να ζήσω.
Ο θάνατος με έσπρωξε στα κάγκελα, η σκέψη ότι θα στενοχωρηθούν οι γονείς μου, ο αδερφός μου, η κόρη μου με τραβούσε με αόρατα νήματα.
Τη σύγκρουση τερμάτισε το χτύπημα του τηλεφώνου.
Ο φίλος συγκάτοικός μου έλειπε πολλές μέρες και σκέφτηκα πως κάποιος, κάποια τον ζητούσε κι έπρεπε να του αφήσω ένα μήνυμα.
Και πήγα και το σήκωσα.
Ήταν για μένα.  Κάποιος φίλος μίλησε σε ένα ιδιοκτήτη εστιατορίου στη Σίφνο και του έδωσε το τηλέφωνό μου.
Θέλεις να έρθεις για δουλειά;
Την άλλη μέρα ήμουνα στη Σίφνο.
Για να έχω παρέα, τηλεφώνησα στο Βερολίνο, στην άνεργη και θλιμένη  Ντόρι που δεν θα πήγαινε διακοπές, να πάρει το γιο της και να έρθουν.
Όλα πληρωμένα – σε τρεις μέρες ήρθαν. Ένα πρωινό επέστρεψα στο σπίτι χαράματα – με περίμενε ο πεντάχρονος Alexander καθισμένος πάνω σε μια ξηρολιθιά, με περίμενε να δούμε μαζί την ανατολή του ήλιου.
Όταν ο ήλιος σηκώθηκε, με ρώτησε: Θανάση, δεν μοιάζει με κεράσι;
Στο Βερολίνο, αγόραζα κεράσια και αυτά που είναι διπλά τα βάζαμε στα αυτιά μας για σκουλαρίκια και μετά τα τρώγαμε.

Ο Ντάντε μας λέει με τη Θεία Κωμωδία του ότι η καλύτερη ψυχοθεραπεία είναι η ίδια η ενηλικίωση.

Είναι όμως το ίδιο να ενηλικιώνεσαι σε μια τροφοσυλλλεκτική ομάδα των Βουσμάνων στην Καλαχάρι και το ίδιο στον δυτικό πολιτισμό;
Όχι, βέβαια, κατά κανένα τρόπο! 
Θα έλεγα ότι στις περισσότερες κοινωνίες του παρελθόντος όλοι και όλες ενηλικιώνονταν – δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και στον δυτικό πολιτισμό.

Πολλοί και πολλές (οι περισσότεροι;) μεγαλώνουν αλλά δεν ενηλικιώνονται. 
Γιατί;

Σε αυτό το ερώτημα θα απαντήσω τη Δευτέρα το πρωί, σήμερα θα ασχοληθώ με κάτι άλλο. 
Όπως δεν έχουν όλες οι ψυχοθεραπείες αίσιο τέλος, δεν έχουν αίσιο τέλος κι όλες οι ενηλικιώσεις. 
Και εάν η ψυχοθεραπεία είναι μια διαδικασία, διαδικασία πρέπει να είναι και η ενηλικίωση.

Και επειδή η καλύτερη ψυχοθεραπεία είναι η ενηλικίωση, τότε οι φάσεις αυτών των διαδικασιών θα πρέπει να είναι κοινές.
Ποιες είναι;
Είναι η Κόλαση, το Καθαρτήριο και ο Παράδεισος.
Μιας όμως και δεν είμαστε χριστιανοί, ας αποκωδικοποιήσουμε, ας μεταγράψουμε  αυτές τις έννοιες:

Σταμάτημα, Αποδόμηση, Αναδόμηση. Σταμάτημα, Χάλασμα, Ξαναφτιάξιμο.

Το καλοκαίρι του 2010, μετά τον κήπο, πήγαινα να κάνω μια βουτιά στη θάλασσα, μια μέρα όμως παρατήρησα ότι δεν μπορούσα να σταθώ στο δεξί πόδι για να βάλω το αριστερό μπατζάκι του παντελονιού μου!
Κατέρρεα! Άρχισα να κουτσαίνω.
Το βάρος έπεφτε στο αριστερό, άρχισε να παραλύει και το αριστερό! Θα περάσει, σκέφτηκα, κούραση είναι.
Δεν ήταν απλά κούραση, ήταν χονδρό πρόβλημα στη μέση.
Από το χαμαλίκι της νεανικής ζωής, την οικοδομή, τον κήπο, την καρέκλα, δυο σπόνδυλοι στη μέση μετακινήθηκαν, χτύπησαν νεύρα και παρέλυσαν τα κάτω άκρα.
Σταμάτησα τα πάντα.
Περπάτημα στη παραλία ξυπόλητος, πιλάτες, γιόγκα, ιαματικά λούτρα, χασίσι, φυσιοθεραπεία.

Το κυριότερο: δεν σκέφτηκα απλά να γίνω καλά, αναρωτήθηκα πως το έπαθα.

Γιατρέ, κάνε με καλά, λένε οι ασθενείς,  αντι να ρωτήσουν, γιατρέ, πως το έπαθα; Δεν δυσκολεύτηκα να δώσω μια εξήγηση:εάν δεν σταματήσεις από μόνος σου, θα σε σταματήσω εγώ, μου είπε το σώμα μου, μας λέει το σώμα μας.

Αυτή είναι η ασθένεια, η αρώστια, η έλλειψη σθένους, ρώμης: είναι μια φυγή του σώματος και της ψυχής, είναι μια άμυνα.
Αφού δεν ξεκουράζεσαι, θα σε ξεκουράσω εγώ, αφού δεν την πέφτεις στο κρεβάτι, θα σε ρίξω εγώ – οι περισσότερες ασθένειες του σώματος και της ψυχής είναι ακούσια ξεκούραση.

Το λάθος είναι η πινακίδα που μας δείχνει τη σωστή κατεύθυνση – αρκεί να τη δεις. Το λέει ο Ντάντε: μα για να πω και το καλό που βρήκα. .
Αυτά όσον αφορά τη μέση μου.

Όσον αφορά όμως την ύπαρξή μου, την ψυχή μου, τον τρόπο σκέψης μου, τις κοινωνικές μου σχέσεις;
Σε αυτή την περίπτωση τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα.

Εκεί πρέπει να σταματήσεις, τι να σταματήσεις όμως;
Στην αρχή δεν ξέρεις, πολύ γρήγορα όμως μαθαίνεις – τα σταματήματα, οι διακοπές, οι ρωγμές έρχονται κατά αλλεπάλληλα κύματα.
Το σταμάτημα/γκρέμισμα είναι θητεία,  επίσκεψη στην Κόλαση, την οποία ο Ντάντε τοποθετεί στα έγκατα της Γης.
Η τοπολογία θυμίζει αυτήν του Φρόιντ αλλά δεν πρόκειται μόνο για το ασυνείδητο.

Εάν η Κόλαση είναι μια κατασκευή, ο χαρακτήρας μας ως κατασκευή είναι η Κόλαση.

Θα πρέπει λοιπόν στην αρχή να σταματήσεις να συμπεριφέρεσαι όπως συμπεριφέρεσαι και μετά να χαλάσεις, να γκρεμίσεις, να καταστρέψεις το οικοδόμημα που χτίστηκε εν αγνοία σου και παρά τη θέλησή σου.

Ναι, με τι θα αντικαταταστήσεις όμως αυτό το σταμάτημα, με τι θα αντικαταστήσεις το γκρεμισμένο οικοδόμημα;
Το σταμάτημα σηματοδοτεί το γκρέμισμα. Όταν σταματάς, καταστρέφεις.
Όταν καταστρέφεις, σταματάς.

Αυτο το σταμάτημα, το χάλασμα, αυτή η καταστροφή είναι η αποδόμηση του εαυτού.
Δεν σου κάνει ο εαυτός σου, δεν περνάς καλά, υποφέρεις, βασανίζεσαι, ταλαιπωριέσαι.
Πριν κοιμηθείς (πριν πεθάνεις, συμβολικά), όταν είσαι τόσο έντιμος με τον εαυτό σου όσο καμιά άλλη στιγμή,
βιώνεις το δίλημμά σου: αλλιώς θα ήθελα να ζω, αλλιώς ζω.

Βέβαια, μερικοί και μερικές θέλουν να υποφέρουν και να βασανίζονται, το πρόβλημα όμως είναι ότι δεν μπορούν να το κάνουν αυτό μόνοι τους, μόνες τους, αναγκαστικά εμπλέκουν κι άλλους, κι άλλες.
Τότε, απομακρύνεσαι, χωρίζεις – θάνατος ή ζωή, έτσι άλλωστε λειτουργεί ο εγκέφαλος τόσο απλά – τόσο δύσκολα είναι δηλαδή τα πράγματα.

Φίλες και φίλοι, αν η σύγκρουση είναι τέχνη, τέχνη είναι και το σταμάτημα και η καταστροφή.
Επιχειρήστε να γκρεμίσετε ένα σπίτι – εάν δεν ξέρετε πως να το κάνετε, κινδυνεύετε να θαφτείτε κάτω από τα ερείπια. 

Το σταμάτημα/καταστροφή του εαυτού είναι μια περίοδος μακράς διάρκειας, εμένα μου πήρε δέκα χρόνια, δέκα οδυνηρά χρόνια.

Υπάρχει βοήθεια από άλλους, άλλες αλλά πιο πολύ υπάρχει χλευασμός, περιφρόνηση, εξευτελισμός – τα βίωσα όλα αυτά πολύ έντονα.
Μου τηλεφωνεί ένας ‘φίλος’ στα δύσκολα, μούσκεμα στον ιδρώτα από το γκρέμισμα, και μου λέει: τι έγινε, ρε μαλάκα, ακόμα ζεις; 

Αντί να σου δείξει ένα δρόμο, σε σπρώχνει στο γκρεμό. Το να σε χαρακτηρίσουν τρελό είναι το λιγότερο – διότι είσαι: δεν δέχεσαι τον παραλογισμό της λογικής τους.
Το πρόβλημα είναι άλλο: μιας και με το σταμάτημα και το γκρέμισμα έμαθες κάποια πράγματα, είχες και ερείσματα από την παιδική σου ηλικία, έχεις και οικοδομικό υλικό που θα σου χρειαστεί, αρχίζεις να χτίζεις έναν άλλον εαυτό.
Όχι τελείως άλλο, έναν διαφορετικό όμως.

Κι όσο το οικοδόμημα προχωράει, τότε αρχίζεις να ζεις ένα άλλο δράμα: αντιμετωπίζεις τον φθόνο, ο οποίος είναι ακαταμάχητος, δεν πολεμιέται με τίποτα. Μόνο με την αδιαφορία.
Κι αν μια ζωή αναζητείς να βρεις  άνδρες και γυναίκες που να γνωρίζουν πιο πολλά από σένα, τότε απαιτείται να γίνεις μάστορας στην αδιαφορία.

Το σταμάτημα και το γκρέμισμα, ως  προϋπόθεση της δημιουργίας, είναι δημιουργία.
Θέλω να πω ότι η Κόλαση και το Καθαρτήριο είναι περιοχές που γειτονεύουν – πηγαινόερχεσαι, μπαινοβγαίνεις: από την τρέλα τους στη λογική σου, από τη λογική τους στη τρέλα σου.

Θα έλεγα ότι η τρέλα που δεν γίνεται δημιουργία, γίνεται αδιέξοδο, γίνεται αυτοσκοπός, μόνιμη κατάσταση, χάνει τον δυναμικό της χαρακτήρα.
Εάν το Σταμάτημα είναι η Κόλαση, η Αποδόμηση είναι το Καθαρτήριο – πετάς μπάζα και ξαλαφρώνεις.
Καθαρίζεις το χώρο για να χτίσεις.
Θέλει χρόνο, μεράκι, τέχνη, αδιαφορία, ισχυρό χαρακτήρα, θέληση για ζωή για να χτίσεις.
Κινείσαι πλέον μεταξύ Καθαρτηρίου και Παραδείσου.
Καμιά φορά χρειάζεται να γκρεμίσεις κάτι που έχτισες εσύ ο ίδιος, το παιχνίδι δεν έχει κριθεί οριστικά και αμετάκλητα, παίζεται μια ζωή.
Η δική μου περίοδος Αναδόμησης ήταν η δεκαετία 1994-2003.

Θα μου πείτε, τώρα είσαι στον Παράδεισο;
~Ναι, είμαι στον Παράδεισο έχοντας επίγνωση ότι δεν υπάρχει Παράδεισος όπως τον αντιλαμβανόμαστε.
Το άγχος του θανάτου, τα καθημερινά προβλήματα, τα αναπάντεχα, οι ματαιώσεις, οι στερήσεις, η απώλεια, οι χωρισμοί είναι ίδιον της ζωής και δεν θα εκλείψουν  σε καμιά μα καμιά κοινωνία.
Όσοι και όσες νομίζουν ότι σε μια άλλη κοινωνία, την κομμουνιστική ας πούμε, θα ζούμε σα τις πεταλούδες ξένοιαστοι και θα πετάμε από λουλούδι σε λούλούδι νομίζω ότι δεν έχουν καταλάβει τίποτα από τη ζωή.

Η ευτυχία δεν είναι μόνο η ταύτιση του θέλω και του πρέπει αλλά και η ικανότητα να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα και την τραγικότητα της ζωής.

Η διαδικασία της επανάστασης ομοιάζει με αυτήν της ψυχοθεραπείας, της ενηλίκίωσης: σταμάτημα, καταστροφή, δημιουργία.

Θα έλεγα ότι το περιεχόμενο της  ψυχοθεραπείας/ενηλικίωσης είναι η επανάσταση. 

Όποιος και όποια δεν επαναστατήσει, δεν πρόκειται να βρει την υγεία του! 


Ποια είναι όμως η επανάσταση σε προσωπικό, σε σωματοψυχικοκοινωνικό επίπεδο; Τι σταματάμε, τι καταστρέφουμε με την επανάσταση;
Σε αυτό το ερώτημα θα απαντήσω τη Δευτέρα το πρωί. Ο τίτλος του σημειώματος θα είναι:
(αρχαιοελληνικός, χριστιανικός, επαναστατικός) ηρωισμός και κομμουνισμός.

Η κατάρα μας, ο κακός μας δαίμονας είναι ο ηρωισμός.

Όποιος και όποια ξεμπερδέψει με αυτόν, θα μπει στον Παράδεισο.
Οι άλλοι και οι άλλες θα κόβουν βόλτες στην Κόλαση ή/και στοΚαθαρτήριο.

Πάω στο χωριό σαββατοκύριακο – το αμπέλι με φωνάζει να παω. Του λείπω, και μένα μου λείπει.